Δύο χρυσά ολυμπιακά μετάλλια, τέσσερα παγκόσμια, τρία ευρωπαϊκά, άλλα τόσα Τσάμπιονς Λιγκ, 16 πρωταθλήματα, τρεις φορές καλύτερος παίκτης στον κόσμο, MVP σε όλες τις διοργανώσεις. Η γνώμη του Νίκολα Καράμπατιτς μετράει για να παραδειγματιστούν οι άνθρωποι του χάντμπολ (και όχι μόνο), να γίνουν καλύτεροι, να λάβουν γνώση, να πάρουν ιδέες.
Για αυτό και ο Σύλλογος Προπονητών Χειροσφαίρισης Ελλάδος (ΣΥΠΧΕ) κάλεσε τον τεράστιο Γάλλο παίκτη, τον μικρό Γιουγκοσλάβο, που μεγάλωσε στη Γαλλία και δόξασε όσο λίγοι τους «Μπλε», να μιλήσει διαδικτυακά για τη ζωή του, για τις επιτυχίες τους, για το χάντμπολ με τη γλώσσα της αλήθειας. Χωρίς αναστολές, με μόνο γνώμονα το καλό του αθλήματος, με ουσιαστικές συμβουλές προς τους προπονητές μας για να γίνουν καλύτεροι αθλητές και παιδαγωγοί. Για να βοηθήσουν κι αυτοί από την πλευρά τους το άθλημα να γίνει πιο ισχυρό, πιο δημοφιλές στην Ελλάδα.
Επί μία 1 ώρα και 40 λεπτά, ο σταρ της Παρί Σεν Ζερμέν, μαζί με τον τεχνικό σύμβουλο της ΟΧΕ Γκι Πετιζιράρ τον οποίο κάλεσε ο πρώην προπονητής της Εθνικής μας ομάδας Γιώργος Κρανάκης, απάντησε σε πληθώρα ερωτήσεων που υποβλήθηκαν από τον συντονιστή της συζήτησης Βασίλη Σκανδάλη.
Ας δούμε αναλυτικά τι είπε ο Νικόλα Καράμπατιτς:
Νικόλα, αυτήν την περίοδο είσαι τραυματίας και σου ευχόμαστε ταχεία ανάρρωση. Με δεδομένο ότι είσαι πλέον 36 ετών, έχεις αρχίσει μήπως να σκέφτεσαι για πόσο καιρό θα συνεχίσεις ακόμα να αγωνίζεσαι;
«Σίγουρα όταν τραυματίζεσαι στην ηλικία που είμαι τώρα, σκέφτεσαι ότι ίσως ήρθε το τέλος, δεν θα επιστρέψω ποτέ ξανά στο προηγούμενο επίπεδο.
Είναι πρόκληση για μένα να μην αφήσω αυτό τον τραυματισμό να με πάρει από κάτω, να επιστρέψω δυνατός.
Τις πρώτες μέρες μετά τον τραυματισμό μου απογοητεύτηκα, δεν ήξερα γιατί συνέβη αυτό. Δεν είχα αντιμετωπίσει ποτέ πριν έναν μεγάλο τραυματισμό και νόμιζα ότι δεν θα μου συμβεί ποτέ. Όμως σκέφτηκα ότι δεν μπορώ να κάνω κάτι για αυτό και έχω μια ένα πρόκληση μπροστά μου. Ευτυχώς η εγχείρηση πήγε καλά κι αυτό που θέλω τώρα είναι να γυρίσω όσο πιο δυνατός γίνεται, να συνεχίζω να παίζω.
Όταν αποσυρθείς από την ενεργό δράση, υπάρχει περίπτωση να ασχοληθείς με την προπονητική, όπως για παράδειγμα ο νυν εκλέκτορας της Γαλλίας, Ντιντιέ Ντινάρ;
«Δεν ξέρω ακόμα. Αν, όμως, αποφασίσω να γίνω προπονητής, όλα αυτά που έζησα θα με βοηθήσουν. Ήμουν τυχερός να συναντήσω πολλούς καλούς προπονητές στην καριέρα μου, είδα τους καλύτερους. Έχω δει διάφορους τρόπους προπόνησης, συμπεριφοράς, αντίληψης του χάντμπολ.
Αν δεν έχεις παίξει στο υψηλό επίπεδο, δεν θα έχεις ποτέ τη δυνατότητα να κερδίσεις όλες αυτές τις εμπειρίες. Όλα αυτά δεν υπάρχουν κάπου για να τα μελετήσεις, δεν αγοράζονται.
Οι μεγάλοι παίκτες έχουν πλεονέκτημα για να γίνουν καλοί προπονητές, χωρίς αυτό να τους εξασφαλίζει την επιτυχία».
Οι παίκτες φτιάχνουν τον προπονητή ή ο προπονητής τους παίκτες;
«Δεν υπάρχει κανόνας. Πολλές φορές ομάδες παίρνουν αποτελέσματα επειδή απλά έχουν καλούς παίκτες. Κι εγώ κέρδισα τίτλους με προπονητές που δεν ήταν αξιόλογοι.
Από την άλλη, αν οι παίκτες που έχεις, δεν αισθάνονται καλά, τότε δεν ανταποκρίνονται, δεν βοηθάνε τον προπονητή τους.. Κάποιες φορές ένας καλός προπονητής χάνει και ένας μέτριος κερδίζει«.
Ποιος ήταν ο καλύτερος προπονητής που είχες στην καριέρα σου;
«Είχα την τύχη να έχω καλούς προπονητές. Από αυτόν που έμαθα τα περισσότερα ήταν ο Νόκα Σερντάρουσιτς και ατομικά, αλλά και σε θέματα τακτικής και τεχνικής. Μαζί του ανακάλυψα έναν νέο τρόπο να σκέφτομαι για το χάντμπολ.
Πώς ξεχωρίζω εγώ τον καλό προπονητή; Πρέπει να ξέρει τακτικά τι μπορεί να περιμένει από την ομάδα του, στην άμυνα, στην επίθεση, στον αιφνιδιασμό. Να μπορεί να εξηγήσει σε κάθε παίκτη το ρόλο του, να το κάνει ξεκάθαρο. Ένα δεύτερο είναι να δίνει κίνητρο, ψυχολογική κατεύθυνση, να προετοιμάζει σωστά την ομάδα για κάθε παιχνίδι, αλλά και για όλη την αγωνιστική περίοδο. Να χτίσει επίσης σχέση προσωπική με τους παίκτες. Με όσους θέλουν βέβαια, γιατί δεν σκέφτονται όλοι το ίδιο.
Ήταν πάντα πιο εύκολο για μένα να δίνω το 100%, όταν ο προπονητής μου ήταν δίκαιος, είχε καλή σχέση με όλους, όταν έβλεπα ότι ήταν αυστηρός με τους απείθαρχους».
Στην ερώτησή μας για το τι πρέπει να κάνει το ελληνικό χάντμπολ έτσι ώστε να καλύψει το μειονέκτημα που έχει έναντι άλλων χωρών, να μην διαθέτει ψηλά και δυνατά παιδιά, καθώς προτιμούν άλλα σπορ, απάντηση ο Γκι Πετιζιράρ:
«Να μεγαλώσετε τη δεξαμενή. Το χάντμπολ στην Ελλάδα παίζεται βασικά στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη. Μπορεί ο Έλληνας Καράμπατιτς να κρύβεται στην Κρήτη, στην Πελοπόννησο ή στη Ρόδο. Πρέπει να διαδώσετε το χάντμπολ, να έρθουν νέους παίκτες, να φτιάξετε πιο πολλά σωματεία.
Στη Γαλλία έχουν βγει φοβεροί παίκτες από τη Μαρτινίκα ή τη Ρεϋνιόν. Η Ελλάδα μπορεί να δώσει καλούς παίκτες».
Για το ελληνικό χάντμπολ ο Νικόλα Καράμπατιτς συμπλήρωσε:
«Χαίρομαι και αισθάνομαι ωραία που προσέλκυσα τόσο κόσμο σε αυτήν τη κουβέντα. Πάντα προσπαθώ να εμπνεύσω, να δίνω το παράδειγμα σε παίκτες και νέους προπονητές.
Θα ήθελα να παίξω ξανά αντίπαλος με μια Ελλάδα δυνατή. Θυμάμαι το 2004 στους Ολυμπιακούς τα χρειαστήκαμε μέχρι να σας κερδίσουμε. Το 2005 στο Παγκόσμια χάσαμε! Συνάντησα πολλούς καλούς Έλληνες παίκτες στην Μπουντεσλίγκα. Θα ήθελα να ξαναδώ την Ελλάδα δυνατή».
Ο Καράμπατιτς γεννήθηκε στο Νις της τότε ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, από Κροάτη πατέρα και Σέρβα μάνα. Ο πατέρας του Μπράνκο πήρε μια δουλειά προπονητή στη Γαλλία όταν ο Νικόλα ήταν 3 ετών. Όταν έγινε 10 ετών, άρχισε να συνειδητοποιεί ότι το μέλλον του είναι στο χάντμπολ:
«Είδα την Εθνική ομάδα στην τηλεόραση. Τότε (1994) η τηλεόραση δεν πρόβαλε συχνά παιχνίδια χάντμπολ. Όταν είδα τη Γαλλία είπα “θέλω να γίνω σαν τον Τζάκσον Ρίτσαρντσον”. Και ξεκίνησα να προπονούμαι σκληρά για να τα καταφέρω».
Σχετικά με πώς έχει καταφέρει τόσα χρόνια να μένει στο υψηλότερο επίπεδο, είπε:
«Σκληρή προπόνηση. Ο πατέρας μου πάντα έλεγε πως τίποτα δεν σου χαρίζεται χωρίς δουλειά. ‘Εκανα προπόνηση με παιδιά δύο και τρία χρόνια μεγαλύτερα. Μετά όταν πιτσιρικάς πήγα στη Μονπελιέ (2000) με συμπαίκτες τεράστιους αθλητές, βρήκα έξτρα κίνητρο (η Μονπελιέ κατέκτησε το Τσάμπιονς Λιγκ το 2010 και το 2011).
Έπαιξα σε πολλές μεγάλες ομάδες και κάθε χρόνο με την Εθνική. Κάθε τρεις μέρες κι ένα παιχνίδι. Η δυνατή προπόνηση με κράτησε ψηλά όλα αυτά τα χρόνια.
Ποτέ δεν είπα μετά από ένα πρωτάθλημα, «αυτό ήταν». Κάθε νέα χρονιά ξεκινούσα από το μηδέν. Δεν σκέφτηκα είμαι παγκόσμιος πρωταθλητής. Έπρεπε να αποδείξω ότι άξιζα τον τίτλο, στο αμέσως επόμενο παιχνίδι. Να το αποδείξω πρώτα στον εαυτό μου. Τίποτα δεν γίνεται πιο εύκολο όταν κερδίζεις. Το αντίθετο».
Ο Νικόλα Καράμπατιτς θα ήθελε να δει το χάντμπολ να ανταγωνίζεται τα πιο δημοφιλή σπορ, να μπει σε νέες μεγάλες αγορές. Έχει άποψη για το πώς μπορεί να γίνει αυτό και την καταθέτει:
«Δεν ξέρω από μάρκετινγκ, αλλά θα μιλήσω ως φίλαθλος. Μου αρέσει να παρακολουθώ κάτι που καταλαβαίνω εύκολα. Στο χάντμπολ αυτό δεν ισχύει! Δεν έχουμε ξεκάθαρους κανόνες. Ακόμα και στο γήπεδο, κάποιες φορές δεν καταλαβαίνω τι σφύριξαν οι διαιτητές, άρα δεν καταλαβαίνει ούτε ο κόσμος.
Έχουμε διαφορετικές ερμηνείες στους κανονισμούς. Για παράδειγμα το παθητικό παιχνίδι. Πριν αποφάσιζαν οι διαιτητές ό,τι ήθελαν, τώρα έβαλαν τις έξι πάσες. Μπορεί όμως οι έξι πάσες να κρατήσουν και 30’’. Θα ήθελα να μπει χρόνος στην επίθεση, 30’’, όπως στο μπάσκετ. Τώρα μπορεί μια ομάδα να κρατάει την μπάλα μισό λεπτό στην κατοχή της και να μην κάνει τίποτα.
Θα ήθελα ένα ξεκάθαρο κανονισμό στο επιθετικό φάουλ. Όχι να πέφτει ο αμυντικός πάνω στον επιτιθέμενο και να κερδίζει επιθετικό φάουλ. Οι πίβοτ δέχονται πολύ σκληρά φάουλ, χωρίς να κερδίζουν πέναλτι. Λάθος κι αυτό. Πολλοί κανονισμοί χρειάζονται διευκρίνιση.
Όταν έβαλαν τον έβδομο παίκτη, άλλαξε ο τρόπος που παίζουμε. Πολλοί παίκτες δεν θέλουν αυτόν τον κανονισμό. Ακυρώνει την κερδισμένη δίλεπτη αποβολή.
Ένα άλλο θέμα είναι τα στατιστικά. Αυτά που έχουμε τώρα είναι σκ…, πόσα γκολ μπήκαν και αποκρούσεις. Τίποτα. Θα ήθελα να δω τις ασιστ, να μετρούν τις σωστές επιθετικές ενέργειες και τις αμυντικές, ποιοι κερδίζουν πέναλτι. Ο κόσμος λατρεύει τα στατιστικά, αλλά ούτε οι ομοσπονδίες ούτε η τηλεόραση τα εκμεταλλεύονται. Κι εδώ είμαστε πίσω».
Αποκαλυπτικό ήταν ο Νικόλα Καράμπατιτς και για τις ζημιές, αλλά και τα οφέλη από τον εγκλεισμό λόγω της πανδημίας:
«Την πρώτη περίοδο, Μάρτιο-Ιούνιο, δεν ξέραμε τι μας ξημερώνει. Μας έκλεισαν σπίτι και καθόμασταν ατελείωτες ώρες. Είχαμε μόνο την οικογένειά μας, τουλάχιστον τους ζήσαμε περισσότερες ώρες.
Μετά καταλάβαμε ότι αυτό ίσχυε για όλον τον κόσμο. Ξεκίνησα ατομικές προπονήσεις με τρέξιμο, πολύ τρέξιμο. Τον Ιούνιο μας επέτρεψαν να προπονούμαστε σε γκρουπ των τεσσάρων τρεις φορές την εβδομάδα. Τον Ιούλιο νέο διάλειμμα κατά το οποίο πήγα στους γονείς μου στο Μονπελιέ.
Τον Αύγουστο πίσω στο γήπεδο, όλοι μαζί πια. Αισθάνθηκα πάλι δυνατός Ξεκίνησε το πρωτάθλημα με κόσμο και μετά έρχεται το δεύτερο κύμα και μείναμε μόνοι μας στο γήπεδο. Ήταν περίεργο να παίζουμε χωρίς φιλάθλους, αλλά ήμουν χαρούμενος που έπαιζα χάντμπολ και ήξερα ότι ήταν πολλοί αυτοί που μας έβλεπαν από την τηλεόραση.
Συνεχίζουμε με αυτό το μοτίβο, που είναι ψυχολογικά δύσκολο, αλλά είμαστε ευτυχισμένοι γιατί οι περισσότεροι αθλητές δεν μπορούν να συνεχίσουν να προπονούνται και έχουν οικονομικά προβλήματα. Ο περισσότερος κόσμος στον πλανήτη περνά πολύ χειρότερα από εμάς και αυτό μας δίνει κίνητρο, γιατί τουλάχιστον εμείς μπορούμε και παίζουμε χάντμπολ. Εκτιμούμε αυτό που έχουμε.
Κάποιοι τραυματισμοί αυτήν την περίοδο πρέπει να συνδέονται με το γεγονός ότι δεν προετοιμάστηκαμε καλά την περίοδο της καραντίνας. Θα ήταν ενδιαφέρουσα μια επιστημονική ανάλυση πάνω σε αυτό. Είμασταν 4-5 παίκτες για προπόνηση μόνοι μας, χωρίς γυμναστές.
Είναι σημαντικό να ξέρεις να προπονείσαι ατομικά. Αυτό το ξεκίνησα από μικρός, να βελτιώνω τη φυσική μου κατάσταση, να μην παίζω μόνο χάντμπολ.
Τώρα με αυτές τις συνθήκες κατάλαβαν όλοι οι προπονητές ότι δεν μπορούν όλοι οι παίκτες να κάνουν ίδιο πρόγραμμα. Αυτό που κάναμε παλιά δεν ήταν και τόσο επαγγελματικό. Άλλο πρόγραμμα πρέπει να κάνουν οι εξτρέμ, άλλο οι ίντερ άλλο οι πίβοτ ή οι τερματοφύλακες. Πλέον οι ασκήσεις είναι διαφορετικές για κάθε θέση».
Είπε ακόμα:
Για την Εθνική Γαλλίας:
«Δύσκολο να κυριαρχήσουμε ξανά. Υπάρχουν πολλές καλές ομάδες πια με ταλέντο και κορμιά. Από την Πορτογαλία χάσαμε δύο φορές!»
Για τις παλιές κόντρες με την Κροατία:
«Ιδιαίτερα ματς. Πάντα με αποδοκίμαζαν οι Κροάτες, με μισούσαν λόγω της καταγωγής μου. Προσπαθούσα να μένω συγκεντρωμένος».
Για την αδυναμία της Παρί να κατακτήσει το Τσάμπιονς Λιγκ:
«Κανένα φαβορί δεν το πήρε από το 2015. Τους έχουμε κερδίσει όλους, αλλά είναι άδικο το σύστημα να παίζεις όλη τη χρονιά σε δύο μέρες».
Για το Παγκόσμιο του 2021:
«Να δούμε αν θα γίνει πρώτα. Ήδη οι Γερμανοί σκέφτονται να μην πάνε. Η Δανία είναι το φαβορί, αλλά ίσως ήρθε η ώρα της Νορβηγίας. Πάντως, σε χρονιά με Ολυμπιακούς, όλων η σκέψη θα είναι στο Τόκιο».
Για το διάδοχό του:
«Δεν ξέρω. Ο Μεμ, ο Ρίτσανρτσον, ο Ρεμιλί από τη Γαλλία, ο Σάγκοσεν από τη Νορβηγία έχουν τα προσόντα. Θέλουμε αθλητές να κερδίζουν τίτλους, να βγάζει το χάντμπολ σταρ. Βοηθάει το άθλημα».
Για την οικογένεια του:
«Δεν θα ήμουν εδώ χωρίς τους γονείς μου. Ο πάτερας μου ήταν δάσκαλος και προπονητής. Στη δική μου οικοένεια η σύντροφός μου μου χαρίζει ηρεμία, τα παιδιά μου αγαπούν το χάντμπολ. Ήδη ο μεγάλος μαθαίνει το άθλημα. Θα ήθελα να τους περάσω τις γνώσεις μου και το πάθος μου».
Για τον αδερφό του Λούκα:
«Είναι ωραίο που παίζουμε στην ίδια ομάδα, που προπονούμστε μαζί. Χαίρομαι διπλά όταν κερδίζουμε».
Για τον πιο γλυκό τίτλο:
«Το πρώτο χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο. Στους Ολυμπιακούς είσαι μαζί με τους καλύτερους αθλητές του κόσμου από το ΝΒΑ, τον στίβο, το τένις. Γίνεσαι κομμάτι μια μακράς αθλητικής ιστορίας, όχι μόνο του χάντμπολ. Στους Ολυμπιακούς είναι μεγάλη η πίεση».
Για τον ιδανικό αθλητή του χάντμπολ:
«Να κάνει τα πάντα στο γήπεδο και να μην παίζει μόνο άμυνα ή μόνο επίθεση. Αν κάνει ένα μόνο πράγμα καλά, να είναι από τους καλύτερους στον κόσμο. Πάντως, όλα ξεκινάνε από την άμυνα».
Για το φινάλε αφήσαμε τη συμβουλή του Νικόλα Καράμπατιτς προς τους νέους αθλητές:
«Να προπονείστε σκληρά, να πιστεύετε στα όνειρά σας και να παίρνετε συμβουλές από ανθρώπους που έχουν να σας πουν πράγματα κι όχι από αυτούς που θέλουν να κερδίσουν κάτι από εσάς.
Το χάντμπολ χάντμπολ δεν είναι μόνο για επαγγελματίες. Απολαύστε το, μάθετε ό,τι μπορείτε, κάντε φίλους. Να έχετε πάθος!»
Πηγή: Sports3.gr